Είχαμε βγει με τον Νικηφόρο. Βράδυ, πλάι στη θάλασσα, κάπου στη Βάρκιζα, οι δυό μας. Το φεγγάρι καθρεφτιζόταν στα νερά κι όλα, ουρανός και θάλασσα είχαν ένα βελούδινο σκούρο μπλε χρώμα. Ο Νικηφόρος χαμογελούσε με το γνωστό αινιγματικό του χαμόγελο και με κοίταζε, έτοιμος να μου κάνει μάθημα, όπως παλιά. Ξαφνικά ακούστηκε ένας διαπεραστικός ήχος. Άνοιξα τα μάτια μου, το φως έμπαινε από τη μπαλκονόπορτα, εγώ ήμουν στο κρεβάτι μου κι ο Νικηφόρος έχει πάψει να είναι μαζί μας από τον Απρίλη, μαζί με την Ανδρομέδα, τη Βερενίκη και τον Ορέστη." Ίσως να ήθελε να σου πει κάτι", ψιθύρισε η πολυλογού εσωτερική φωνούλα.
Εκείνη τη στιγμή μου ήρθε στο μυαλό το πιο σημαντικό μάθημα ζωής που μου έκανε αυτός ο υπέροχος φίλος. Ήταν απόγευμα, στο σπίτι της οδού Ζ. Πηγής, εγώ σε μια κρίση γκρίνιας κακομοίριαζα το σύμπαν και κλαψούριζα σαν κουτάβι για το καταραμένο το πανεπιστήμιο που δεν έλεγα να τελειώσω. Και φυσικά αμπελοφιλοσοφούσα σε αποχρώσεις του μαύρου ( τι είναι η ζωή, τι είναι ο άνθρωπος, γιατί ζούμε, για να υποφέρουμε κι άλλα παρόμοια χαρωπά). Ο καημένος προσπαθούσε να με συνεφέρει και να μου αποδείξει ότι τα πράγματα δε γίνεται να είναι ΤΟΣΟ άσχημα κι ότι σε κάθε περίπτωση, όλα ξεπερνιούνται. Χαμπάάάάρι η χώστες...
Και τότε, ο καλός φίλος έκανε την κίνηση ματ: όπως πηγαινοερχόμουν μέσα στα νεύρα σαν το τραίνο της Μαλακάσας, σηκώθηκε και με μια λαβή μου έκλεισε στόμα και μύτη κρατώντας με σφιχτά. Στην αρχή το πέρασα για κάποιο βλακώδες αστείο. Μετά από μερικά δευτερόλεπτα συνειδητοποίησα ότι το χέρι του ήταν σταθερό. Ο αέρας λιγόστευε και άρχισα να χτυπιέμαι για να απελευθερωθώ. Σκεφτόμουν πόσα πράγματα είχα αφήσει στη μέση, ότι αν πέθαινα δεν θα ξανάβλεπα τους δικούς μου, τους φίλους μου, το κουτάβι μου, τα δέντρα, τα νερά, τον ήλιο. Σε εκείνο το σημείο, ο Νικηφόρος με άφησε. Πήρα βαθιά ανάσα, συνήλθα και του έδωσα ένα καλό κροσσέ στο στέρνο, κατευθείαν στο ηλιακό πλέγμα. Ούρλιαξα "είσαι ηλίθιος;" Χαμογέλασε πονεμένα και με τράβηξε να κάτσω κάτω. Και μου είπε: "Μήπως κατάλαβες ποιό πράγμα είναι το πιο πολύτιμο στον κόσμο;" Εγώ τον κοίταζα τσαντισμένη και το μόνο που ήθελα ήταν να τελειώνει με το μάθημα που μόλις είχε αρχίσει. Απάντησε μόνος του "μα φυσικά, το οξυγόνο. Και ένα παράγωγό του, το νερό. Αυτά είναι τα δύο πολυτιμότερα πράγματα στον κόσμο". Τον κοίταξα αποβλακωμένη, συνειδητοποιώντας πόσο δίκιο είχε.
"Άκου, μικρή μου Κλαιράνς. Είσαι πολύ τυχερή γιατί γεννήθηκες σε έναν πλανήτη που έχει μπόλικο και από τα δύο και που είναι αρκετά κοντά στον ήλιο, ώστε όλα αυτά μαζί να δημιουργούν και να συντηρούν ζωντανό αυτό τον κόσμο που βλέπεις γύρω σου" μου είπε. "Και μπορείς το πρωί να δεις τον ήλιο να ανατέλλει πάνω από την πόλη και να πας για καφέ, ή από την απέναντι ραχούλα και να πας σε έναν καταπράσινο λόφο για περπάτημα, ή μέσα από το πέλαγος και να πας για πρωινό μπάνιο. Ξεκινώντας από τη σκέψη πόσο εύκολο είναι να στερηθείς τη δυνατότητα να εκτελείς την αυτόματη λειτουργία της αναπνοής, σκέψου πόσο πολυεπίπεδα και σημαντικά είναι όλα τα υπόλοιπα. Και στην τελική, πόσο όμορφη είναι η ζωή, όταν μπορείς να κάνεις οτιδήποτε θες από όλα αυτά και δεν είσαι ένα πράσινο ανθρωπάκι σε έναν άνυδρο πλανήτη με κρατήρες".
Είχε απόλυτο δίκιο. Η πιο απλή, μηχανική λειτουργία του οργανισμού είναι και η πιο σημαντική. Αν έχεις αυτό, έχεις τα πάντα. Και μπορείς να κάνεις ότι θες, γιατί η τάση του ανθρώπου είναι η βελτίωση. Τα υπόλοιπα είναι φιλολογία... Κάθε φορά που με πιάνει η απαισιοδοξία μου σκέφτομαι εκείνο το απόγευμα και "ισιώνω"... όλα θα πάνε καλά!
Primum vivere, deinde philosophari...
Υ.Γ. Γι'αυτό και δεν αντέχω τους καπνιστές.
Εκείνη τη στιγμή μου ήρθε στο μυαλό το πιο σημαντικό μάθημα ζωής που μου έκανε αυτός ο υπέροχος φίλος. Ήταν απόγευμα, στο σπίτι της οδού Ζ. Πηγής, εγώ σε μια κρίση γκρίνιας κακομοίριαζα το σύμπαν και κλαψούριζα σαν κουτάβι για το καταραμένο το πανεπιστήμιο που δεν έλεγα να τελειώσω. Και φυσικά αμπελοφιλοσοφούσα σε αποχρώσεις του μαύρου ( τι είναι η ζωή, τι είναι ο άνθρωπος, γιατί ζούμε, για να υποφέρουμε κι άλλα παρόμοια χαρωπά). Ο καημένος προσπαθούσε να με συνεφέρει και να μου αποδείξει ότι τα πράγματα δε γίνεται να είναι ΤΟΣΟ άσχημα κι ότι σε κάθε περίπτωση, όλα ξεπερνιούνται. Χαμπάάάάρι η χώστες...
Και τότε, ο καλός φίλος έκανε την κίνηση ματ: όπως πηγαινοερχόμουν μέσα στα νεύρα σαν το τραίνο της Μαλακάσας, σηκώθηκε και με μια λαβή μου έκλεισε στόμα και μύτη κρατώντας με σφιχτά. Στην αρχή το πέρασα για κάποιο βλακώδες αστείο. Μετά από μερικά δευτερόλεπτα συνειδητοποίησα ότι το χέρι του ήταν σταθερό. Ο αέρας λιγόστευε και άρχισα να χτυπιέμαι για να απελευθερωθώ. Σκεφτόμουν πόσα πράγματα είχα αφήσει στη μέση, ότι αν πέθαινα δεν θα ξανάβλεπα τους δικούς μου, τους φίλους μου, το κουτάβι μου, τα δέντρα, τα νερά, τον ήλιο. Σε εκείνο το σημείο, ο Νικηφόρος με άφησε. Πήρα βαθιά ανάσα, συνήλθα και του έδωσα ένα καλό κροσσέ στο στέρνο, κατευθείαν στο ηλιακό πλέγμα. Ούρλιαξα "είσαι ηλίθιος;" Χαμογέλασε πονεμένα και με τράβηξε να κάτσω κάτω. Και μου είπε: "Μήπως κατάλαβες ποιό πράγμα είναι το πιο πολύτιμο στον κόσμο;" Εγώ τον κοίταζα τσαντισμένη και το μόνο που ήθελα ήταν να τελειώνει με το μάθημα που μόλις είχε αρχίσει. Απάντησε μόνος του "μα φυσικά, το οξυγόνο. Και ένα παράγωγό του, το νερό. Αυτά είναι τα δύο πολυτιμότερα πράγματα στον κόσμο". Τον κοίταξα αποβλακωμένη, συνειδητοποιώντας πόσο δίκιο είχε.
"Άκου, μικρή μου Κλαιράνς. Είσαι πολύ τυχερή γιατί γεννήθηκες σε έναν πλανήτη που έχει μπόλικο και από τα δύο και που είναι αρκετά κοντά στον ήλιο, ώστε όλα αυτά μαζί να δημιουργούν και να συντηρούν ζωντανό αυτό τον κόσμο που βλέπεις γύρω σου" μου είπε. "Και μπορείς το πρωί να δεις τον ήλιο να ανατέλλει πάνω από την πόλη και να πας για καφέ, ή από την απέναντι ραχούλα και να πας σε έναν καταπράσινο λόφο για περπάτημα, ή μέσα από το πέλαγος και να πας για πρωινό μπάνιο. Ξεκινώντας από τη σκέψη πόσο εύκολο είναι να στερηθείς τη δυνατότητα να εκτελείς την αυτόματη λειτουργία της αναπνοής, σκέψου πόσο πολυεπίπεδα και σημαντικά είναι όλα τα υπόλοιπα. Και στην τελική, πόσο όμορφη είναι η ζωή, όταν μπορείς να κάνεις οτιδήποτε θες από όλα αυτά και δεν είσαι ένα πράσινο ανθρωπάκι σε έναν άνυδρο πλανήτη με κρατήρες".
Είχε απόλυτο δίκιο. Η πιο απλή, μηχανική λειτουργία του οργανισμού είναι και η πιο σημαντική. Αν έχεις αυτό, έχεις τα πάντα. Και μπορείς να κάνεις ότι θες, γιατί η τάση του ανθρώπου είναι η βελτίωση. Τα υπόλοιπα είναι φιλολογία... Κάθε φορά που με πιάνει η απαισιοδοξία μου σκέφτομαι εκείνο το απόγευμα και "ισιώνω"... όλα θα πάνε καλά!
Primum vivere, deinde philosophari...
Υ.Γ. Γι'αυτό και δεν αντέχω τους καπνιστές.
2 σχόλια:
Σε ευχαριστώ μόνο σου λέω συναδελφάκι!!!!!!Μέσα από την καρδιά μου.Χρειαζόμουν την ανάρτηση αυτή.Ευχαριστώ.Σε φιλώ***
Συναδέλφισσα
Χαίρομαι που σου "μίλησε" η ανάρτηση. Όλα θα πάνε καλά!
Να χαίρεσαι τους Νίκους και τις Νικολέτες σου...
Φιλιά
και μην ξεχνιόμαστε
χεράκια αγκαλιές (πώς μου αρέσει!)
Δημοσίευση σχολίου