Παλαιστίνη... Μια χώρα που έμαθα να λέω στα παιδικά μου κάλαντα... "Για να μάθετε τι εγίνη, πέρα εκεί στην Παλαιστίνη"... Πόλεμος εγίνη. Και δε σταμάτησε ποτέ. Η Μάρθα και η Μαρία κλαίνε ακόμη τον αδελφό τους το Λάζαρο, που όμως δεν θα αναστηθεί. Κείτεται νεκρός, με γυάλινο βλέμμα δίπλα στα συντρίμμια του σπιτιού τους. Έχω γνωρίσει Παλαιστίνιους. Μουσουλμάνους και Χριστιανούς. Οι μουσουλμάνοι, πάντοτε θορυβώδεις, έτοιμοι να πάρουν μια Ελληνίδα για 2η, 3η, πολλοστή σύζυγό τους όσο και έτοιμοι να ζωστούν εκρηκτικά και να πεθάνουν ηρωικά, ως μάρτυρες, στο όνομα του Αλλάχ, που θα τους εγγυόταν την είσοδο στον Παράδεισο με τις 72 παρθένες. Οι χριστιανοί, πάντοτε ήσυχοι, διακριτικοί, με σεβασμό για τους άλλους. Με μια πίκρα να στάζει από τα μάτια στην ψυχή τους, σαν μαύρο μέλι... Με τον πόνο της ξενιτιάς να κάνει την καρδιά τους ακόμη πιο βαριά.
Ήθελα να το προσπεράσω. Να προσποιηθώ ότι δε με ενδιαφέρει. Αυτό έλεγα. Αυτό προσπαθούσα. Να στρουθοκαμηλίσω για να μην ματώσει η -έτσι κι αλλιώς μαυρισμένη από τα πρόσφατα επεισόδια- ψυχή μου. Μόνο που, όταν είδα τις εικόνες, έμεινα ακίνητη, παγωμένη. Άνθρωποι που διψούν για μια σταγόνα νερό, μητέρες που θρηνούν για τα πιτσιρίκια τους, μωρά που συμβιώνουν με τον τρόμο και το κυνηγητό από τους πρώτους μήνες της ζωής τους. Κανείς άνθρωπος δεν πρέπει να ζει έτσι. Κανένα παιδί δεν πρέπει να φοβάται. Είναι οι ώρες που θέλω να κρυφτώ στο καβούκι μου και να κλάψω. Ο κόσμος των μεγάλων είναι τελικά εντελώς παράλογος. Σιχαίνομαι που είμαι άνθρωπος. Απόψε θα προσευχηθώ πάλι για τα παιδιά που γνώρισα. Και μαζί τους για όλα τα παιδιά που υποφέρουν. Και για τους γονείς τους. Για έναν λαό που πάντα πιστεύει και ελπίζει, αλλά τώρα φοβάται. Φίλιππε, Σοφία, Γιάσα, Σαϊντ, Ρασίντ... καλή τύχη, παιδιά. Συγγνώμη που το μόνο που μπορώ να κάνω είναι να σας σκέφτομαι, να προσεύχομαι και να γράφω λέξεις...
Ήθελα να το προσπεράσω. Να προσποιηθώ ότι δε με ενδιαφέρει. Αυτό έλεγα. Αυτό προσπαθούσα. Να στρουθοκαμηλίσω για να μην ματώσει η -έτσι κι αλλιώς μαυρισμένη από τα πρόσφατα επεισόδια- ψυχή μου. Μόνο που, όταν είδα τις εικόνες, έμεινα ακίνητη, παγωμένη. Άνθρωποι που διψούν για μια σταγόνα νερό, μητέρες που θρηνούν για τα πιτσιρίκια τους, μωρά που συμβιώνουν με τον τρόμο και το κυνηγητό από τους πρώτους μήνες της ζωής τους. Κανείς άνθρωπος δεν πρέπει να ζει έτσι. Κανένα παιδί δεν πρέπει να φοβάται. Είναι οι ώρες που θέλω να κρυφτώ στο καβούκι μου και να κλάψω. Ο κόσμος των μεγάλων είναι τελικά εντελώς παράλογος. Σιχαίνομαι που είμαι άνθρωπος. Απόψε θα προσευχηθώ πάλι για τα παιδιά που γνώρισα. Και μαζί τους για όλα τα παιδιά που υποφέρουν. Και για τους γονείς τους. Για έναν λαό που πάντα πιστεύει και ελπίζει, αλλά τώρα φοβάται. Φίλιππε, Σοφία, Γιάσα, Σαϊντ, Ρασίντ... καλή τύχη, παιδιά. Συγγνώμη που το μόνο που μπορώ να κάνω είναι να σας σκέφτομαι, να προσεύχομαι και να γράφω λέξεις...
"Χώρες του ήλιου και δεν μπορείτε ν' αντικρίσετε τον ήλιο.
Χώρες του ανθρώπου και δεν μπορείτε ν' αντικρίσετε τον άνθρωπο."
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου